13 Δεκεμβρίου 2007

Πεντάλοφος - Τρίκαλα σε 4 και κάτι μέρες


Ο κουμπάρος την έκανε με την κουμπάρα και αφού ξεμείναμε Αλέξανδρος και Μίλτος στον Πεντάλοφο μαζέψαμε
μπογαλάκια
και ξεκινήσαμε για ήπειρο και ότι προκύψει.



Περάσαμε τον Αϊ Λιά ή αλλιώς Όρος Βόιο, το Επταχώρι με του Δαβάκη τα ξεφτέρια και κατηφορίσαμε δίπλα στου πουτάμ Σαραντάπορο για όλο σχεδόν το πρωινό μας μέχρι να την αράξουμε στην Πυρσόγιαννη, γνωστό μαστοροχώρι.






Μετά με τον ήλιο στου κεφάλ καταφέραμε να φτάσουμε έξω από Κόνιτσα και στρούψαμε για τη Μολυβδοσκέπαστη.



Εκεί αφού αγγίξαμε τα σύνορα και
ρεμβάσαμε με τους μπαρμπα-ακρίτες
την Αλβανία, το κόψαμε
για μάσα και
ύπνο δίπλα στον Αώο, με του φεγγάρ

από πάνω να φέγγει τις γύρω πλαγιές.


Ξυπνώντας το επόμενο πρωί
αφήσαμε πίσω μαςσύνορα και
ποτάμια και πεταλάραμε για να
βρούμε
τα Γιάννενα μέσα στο
καταμεσήμερο.




Εκεί το Μπινελέικο με αρχηγό
το Θείο Σώτο και
πρωτοπαλίκαρο
το Χάρη μας φίλεψε με τις γεύσεις
της αγαπημένης μου Θείας Ρούλας.







Αφού τους αποχαιρετήσαμε αναζητήσαμε το
επόμενο μας
καταφύγιο έξω από το καλέντζι,όπου η σπεσιαλιτέ μας για άλλη μια φορά,
φώτισε τα πρόσωπα μας
που γεμάταευτυχία εγκατέλειπαν και αυτή τη μέρα.




Την επομένη και με το καλημέρα μιας κουκλίτσας ανηφοριάς αντικρίσαμε
τα εντυπωσιακά Τζουμέρκα με την Στρογγούλα πάνω από τα Πράμαντα,







τα Άγναντα, τις απότομες πλαγιέςκαι το ιστορικό γιοφύρι της Πλάκας,σύνορο για πολλές μεταβατικές περιόδους.




Βέβαια Ηπειρώτικα Τζουμέρκα και
μάλιστα τον Αύγουστο χωρίς
πανηγύρια δεν νοείται...
Μετά πάντως από πολλά πάνω κάτω
καταλήξαμε
για νάνι και φόρτισμα των
μπαταριών μας
έξω από τη Ράμια.

Το πρωί με τη δροσούλα πιάσαμε
ανηφορούλα
και τα πόδια μας
επρήξαν
και τον ιδρώτα
μας ρουφήξαν.
Ανεβαίνουμε, ανεβαίνουμε
μέχρι τα
1200 μ.
μέσα σε πεύκα και έλατα και
συναντάμε όμορφα
χωριά όπως το
Βουργαρέλι, η διαδρομή μονότονη...

πανέμορφη με άλλα λόγια, κατηφορίζει
και μας βγάζει
στο χάος της περιοχής
του Αχελώου.


Αντί να υπάρχουν λαγκάδια και ζωάκια

έβλεπες τούνελ και μηχανήματα να
κατασπαράζουν την κοίτη του περή-
φανου κατά τα άλλα Αχελώου. Ακόμα
και με αυτές τις συνθήκες το πέρασμα
του Αχελώου-Μεσόχωρας αποτέλεσε
μία πραγματική περιπέτεια και
εμπειρία για να καταλήξουμε σε ένα
υπέροχο και άγριο τοπίο αλλά με κάτι
ερωτεύσιμα ματάκια που ο Αλέξανδρος
σίγουρα τους αφιέρωσε την εκδρομή.

Αφού μας παρέδωσε με ευλάβεια4 παγωμένες μαλαματίνες μας
υπέδειξε που να απλώσουμε τις
κορμάρες μας για το βράδυ
που
από νωρίς είχε πέσει στο χωριό
και στη χαράδρα που βρισκόμασταν.

Στήσαμε τη σκηνούλα μας και
ξεκινήσαμε το πάρτι του αποχαιρε-
τισμού
καθώς αύριο θα ξημέρωνε
η τελευταία μας μέρα που θα σήμαινε
τουλάχιστον για μένα το τέλος του φετινού καλοκαιριού.











Το επόμενο πρωί, δυστυχώς ήρθε και μας
καλωσόρισε
με μία μακριά ανηφοριά, την
τελευταία του ταξιδιού μας. Βρεθήκαμε με
τα πολλά στα Στουρναρέικα και κατηφορί-
σαμε για την Πύλη Τρικάλων που μας
υποδέχθηκε σαν παλιούς πλέον γνώριμους.
Ήπιαμε τον καφέ μας κάτω από τη γέφυρα του Πορταϊκού ποταμού, και με συνοπτικές διαδικασίες λόγω απέραντης ευθείας φτάσαμε στα Τρίκαλα όπου χωρίσαμε τα τσανάκια μας μπαίνοντας ο καθένας στο λεωφορείο του.
Τα κοντέρια γράψαν καμιά 500άρα Km και ραντεβού στην επόμενη...


Η διαδρομή μας στο bikely

18 Νοεμβρίου 2007

Ολυμπία - Πεκίνο, διανύοντας την Ασία με ποδήλατο...

Την τετάρτη στις 19/11 και ώρα 6 στο αμφιθέατρο της κεντρικής βιβλιοθήκης του ΑΠΘ θα παρουσιαστεί το μεγαλο αυτό ταξίδι.

7 Νοεμβρίου 2007

Τ.Λ. Κρεμαστών 26-28 Οκτ 2007

Όπου λιμνούλα και νερό, όπου νερό και ψάρι. Ποτάμια γιοφύρια ένα σωρό, με το ποδήλατο περνώ κι αράζω δίπλα στο γιαλό.





Για άλλη μια φορά η ομάδα ακαταμάχητων ποδηλατοοιπόρων, γυρολόγησε μια λίμνη. Στο Χαλκιόπουλο βρεθήκαμε από Βορρά και Νότο, και όπως είναι φυσικό ύστερα από ένα κουραστικό ξεθεωτικό ένα ταξίδι σκέτη ταλαιπωρία, με αμάξι, πέσαμε όλοι νωρίς νωρίς για νάνι. Παρασκευή πρωί, αφού κλείσαμε ένα καλό 12ωρο, το ματάκι άνοιξε ο καθαρός αέρας μπήκε στην σκηνή, όταν το φερμουάρ άνοιξε και γέμισε τα πνευμόνια μας λαχτάρα για αναχώρηση. Όταν όλα συνηγόρησαν για την έναρξη, έγινε πραγματικότητα και τα πρώτα χλμ ευθεία κι εύκολα, ότι ακριβώς πρέπει για ένα καλό ζέσταμα.









Από το χωριό Εμπεσός διασχίσαμε ένα ανηφορικό φαράγγι που έκανε τα μπουτάκια μας να ιδρώνουν παρασέρνοντας το συνονθύλευμα με τις 2 ρόδες. Η ανταμοιβή μας όμως για όλη την ταλαιπωρία αυτή, ήτανε η τρομακτικά πανέμορφή θέα της λίμνης. Η νεκρή φύση που αφήνει πίσω της η αλλαγή της στάθμης του νερού μπορεί να αποτυπωθεί, ούτε από το πινέλο του Βob Ross. Συνεχίζοντας στον τραβερσαριστό δρόμο για Βρουβιανά, και αφού η λίμνη δεν φαινόταν πια, συναντήσαμε μια καταπληκτική κατηφοριά απ’ την ανάποδη. Για κάτι τέτοιες στιγμές σκεφτήκαμε όλοι ότι έχει γραφτεί ο ‘Ύμνος για την Πρώτη’. Θα δωθεί και στο κοινό οσονούπω. Κατακτώντας ακόμα μία κορυφή και αφήνοντας την βαρύτητα να κάνει όλη την δουλειά από την άλλη πλευρά, φτάσαμε ως εκεί που μας έβγαλε η φόρα, δίπλα από ένα ποταμό να πίνουμε μπύρες και να τρώμε βραδινό.






Στην διάρκεια της βραδινής ονειροπόλησης, ο ουρανός συννέφιασε και η βροχή ξεκίνησε για να αφήσει τις πρώτες πρωινές ώρες ένα ομιχλώδες τοπίο με 100% υγρασία. Δεν ήθελε όμως να βρέξει, ήθελε να παίξει κι έτσι κάθε φορά που ενώ ψιλοψιχάλιζε, εμείς βάζαμε τα αδιάβροχα, σταματούσε. Όταν τα βγάζαμε άρχιζε. Εκτός του καιρού κάτι τέτοια παιχνιδάκια μας έκανε και ο δρόμος προσφέροντας όμως μόνο κούραση. Σαν ηδονοβλεψίες θέλαμε να συνεχίσουμε την ευχαρίστηση δίπλα στην λίμνη απαξιώνοντας τις συνέπειες, δικαίως, και διαλέξαμε τον παραλιακό χωματόδρομο. Σαν χωματόδρομος λοιπόν, είχε τις ανηφορίτσες ‘σπρωξ-σπρωξ’ εμπολτουτισμένες με κυλιόμενες πέτρες και λούκια. Extreme καταστάσεις για γερούς ραχιαίους και απέραντη κούραση. Όταν βρήκαμε άσφαλτο, κάναμε ένα από τα γνωστά μας πλέον ανεβοκατεβάσματα, και βρεθήκαμε στην Γέφυρα της Επισκοπής. Εκεί στις οχθες του νερού έγινε ο χορός της άδειας κοιλιάς, πάνω από την κατσαρόλα και εγένετω μακαρονάδα με τα τοιαύτα, ποτίζοντας τα νηστικά στομάχια μας. Ακολούθησε νυχτερινή έξοδος στην Ταβέρνα δίπλα από την γέφυρα προς τέρψη των απανταχού ποδοσφαιρόφιλων.















Την Κυριακή δεν μας περίμενε και πάρα πολύς δρόμος ήταν όμως κι αυτός μια δοξασία στην ‘Πρώτη’. Ξεκινήσαμε ανεβαίνοντας και μετά κατηφορίζοντας πάντα με την υπέροχη και πραγματικά τεράστια λίμνη, που με βάση μια ενημερωτική πινακίδα το 60κάτι που έγινε το φράγμα, κατά τους υπολογισμούς των ειδικών είχε όγκο 4.500.000.000 m3. Στην περιοχή λοιπόν δίπλα από την λίμνη σε αυτό το απομονωμένο κομμάτι του κόσμου, μπρρρ, η παρουσία μας μάλλον ξένιζε τους ντόπιους, με μια καραμπίνα στο χέρι, μας γλυκοκοίταζαν και στους δαιδαλώδεις διαδρόμους του μυαλού τους φαντάζαμε νόστιμοι, κάτι με πατάτες στο φούρνο (μιας και τα κανονικά τα πραγματικά ζώα τείνουν να εξαφανιστούν) και (κάποια άλλα απλά οπλοφορούν). Η τύχη ευτυχώς ήταν με το μέρος μας και αφού διαβήκαμε τον κυνηγότοπο (αμφιβόλου νόμιμου) βρεθήκαμε στο φράγμα. Από κει πάνω η απεραντοσύνη της επιφάνειας του νερού αυξήθηκε και το βάθος από την πίσω πλευρά, εκεί που είναι ο Υ/Η σταθμός της ΔΕΗ, ήταν αξιόλογο. Η ανηφοριά και ο χωματόδρομος ήταν αχώριστο ζευγάρι this weekend και είχαν στήσει καρτέρι στην απέναντι μεριά του φράγματος. Και καθώς ο πόλεμος μαινόταν και θα κρατούσε μέχρι την Αλευράδα, ένα βρώμικο όπλο βγήκε στην επιφάνεια έτοιμο να μας εξολοθρέψει, Κατά τύχη οι πρωτοπόροι, Μιλτους και Αλεξ, απέφυγαν τις ριπές οι οποίες βρήκαν κατευθείαν στόχο στα μαλλιά του Γιάννη. Οι χρυσόμαυρες ριγέ σφαίρες, είχαν την καταπληκτική ικανότητα να πετάνε ασταμάτητα ταχύτατα και να έχουν ένα κεντρί τόοοοοοοοοοσο! Με την έγκαιρή παρέμβαση αυτών που είχαν γλιτώσει, οι ενοχλητικές και καθόλα φιλικές μέλισσες που δόλια προσπάθησαν να μας κατατροπώσουν, έφυγαν χωρίς να καταφέρουν ούτε ένα πλήγμα ευτυχώς. Στην συνέχεια ή άσφαλτος που μας συνόδευσε μέχρι Χαλκιόπουλο, μας φάνηκε διάδρομος με στρωμένο κόκκινο χαλί και οι τοίχοι στο πλάι γεμάτοι με πανέμορφες κορνίζες δάσους και ρεμάτων.






Η διαδρομή μας στο bikely


31 Οκτωβρίου 2007

Καλοκαιρινή Εκδρομή!!! Για πάντα... Μέρος 2ο

Η επόμενη μέρα βρίσκει πρωινή τετράδα μπαναρισμένη χορτάτη να κατηφορίζει για Μαρσεϊγ. Αφού μέσα στην πόλη το παίξαμε λίγο τουρίστες αρχίσαμε να νομίζουμε πως εγκαταλείπουμε τοι όμορφο αυτό λιμάνι για άλλες περιπέτειες. Κι όμως η έξοδός μας από την πόλη λίγο έλειψε να ζητήσει τα σκήπτρα από του Μεσολογγίου. 1:30 ώρα προσπαθούσαμε να βγούμε και να προσανατολιστούμε καθώς ήρθαμε αντιμέτωποι για πρώτη φορά, με χάλια οδική σήμανση και κανέναν αγγλομιλητή. Για να ξεμπερδεύουμε λοιπόν βγήκαμε και λίγο national (εθνική οδό) καταφέρνοντας να μπούμε και πάλι σε τροχιά Βαρκελώνη, παρόλο που στην σημερινή διαδρομή το τοπίο έμοιαζε λίγο με αυτό Ελευσίνα-Ασπρόπυργος. Κατά τα άλλα η σημερινή μέρα έκλεψε γενικά την παράσταση συνεχίζοντας να μας κάνει εκπλήξεις αφού για πρώτη φορά στα χρονικά της παγκόσμιας bicyπεριπέτειας, μας πήρε ο δρόμος και μας πέρασε απέναντι. Τώρα τι θα πεί αυτό; Εκεί που παέναμε χωρίς άγχη και άλλες σκοτούρες σε κάποιο σημείο του δρόμου, τελείωνε ο δρόμος όλος από τη άσφαλτο και το πεζοδρόμιο μέχρι τις γόπες και τους ωτοσποπατζήδες και την θέση του έπαιρνε ένα απέραντο και φαρδουλό ποτάμι. Κατά την διάρκεια που ψήναμε τα κεφάλια μας προσπαθώντας να λύσουμε την σπαζοκεφαλιά ‘Πως θα περάσουμε απέναντι;’ Απ’ τα μακριά, βλέπουμε μιαν άσφαλστρο να βγάζει καπνούς απ ένα φουγάρο και να μας πλησιάζει με όλα της τα καλούδια (διαχωριστικές γραμμές, γόπες , αμάξια). Ο γρίφος λύθηκε με την πρώτη σκέψη. Η άσφαλτος κολυμπάει και σαν καλό δελφίνι βοηθάει και τους ταλαίπωρους, που δεν ξέρουνε να κάνουν το ίδιο, να περάσουν απέναντι.

Με την βοήθεια του 3A δελφινιού, περάσαμε στην απέναντι όχθη αρχίζοντας να ψάχνουμε για, το μέρος. Στα τερτίπια της μέρας προσδόθηκε και το γεγονός ότι περιπετειώδης ήτανε και η εύρεση, του μέρους. Κι αφού δεν βλέπαμε πουθενά στον ορίζοντα πρόσφορο έδαφος, δοκιμάσαμε για πρώτη φορά την φιλοξενία των ντόπιων. Σε ένα τεράστιο αγρόκτημα, μέσο της παγκόσμιας γλώσσας της νοηματικής, ήρθαμε σε συνεννόηση με έναν κύριο που μας έδειξε ένα μέρος να την πέσουμε. Στο πέσιμο ώς γνωστών δεν είμαστε και ξεφτέρια, και ένας άλλος κύριος σε μια εξίσου παγκόσμια γλώσσα «τα γαλλικά» μας έδειξε να καταλάβουμε ότι δεν ήμασταν ευπρόσδεκτοι. Καταφέραμε τελικά να κοιμηθούμε σ’ενα αλσάκι δίπλα στον δρόμο παρέα με κάτι εκατομμύρια κουνούπια.

Από τις εντυπωσιακότερες ημέρες ομολογουμένως, με το κοντέρ να έχει φτάσει τα 860km.




Ξημερώνοντας η πρώτη του Ιούλη μας έβρισκε να παίρνουμε το πρωινό μας, και ορθώνοντας τον ήλιο στον ουρανό να έχουμε είδη κάνει 60km σε διάστημα 3 ωρών. Κάπου εκεί τα χαλάσαμε. Ο ουρανός άρχισε να μαυρίζει και να βροντά. Ε η καλοκαιρινή μπορίτσα είχε δρομολογηθεί και μέσα σε δεύτερα έριχνε όχι μόνο καρέκλες αλλά ολόκληρο εργοστάσιο επιπλοποιείας. Φυσικά σε όλο το γεγονός αυτό παραμέναμε θεατές και όταν ο ουρανός άρχιζε να παίρνει την γνωστή γνώριμη γαλάζια μορφή του καβαλήσαμε και συνεχίσαμε. Για ένα μεγάλο κομμάτι της διαδρομής νομίζαμε ότι είχαμε πάρει LSD.


Από δω, θάλασσα. Απο κει, θάλασσα. Λίγο πιο δω κι εκεί πιο πέρα, θάλασσα. «Ρε; Τι πήραμε για πρωινό;» «Μήπως είμαστε στο Δημαρχείο της Γλυφάδας που μετά από κάθε μπόρα βουλιάζει;» Τελικά ο ορθα σκεπτόμενος ποδηλάτης δεν παραπλανήθηκε περαιτέρω, αφού σύντομα καταλάβαμε ότι πρόκειται για ένα τεράστιο μα τεραστιόμορφο μέρος που μοιάζει με Δέλτα ποταμού, που έχει παντού ρυάκια(στο φάρδος της Κηφισίας) και λιμνούλες (όσο το Ψυχικό) είχε και φλαμίγκο. Αρκετά ήρεμα για σήμερα, σπάσαμε και την 1000άρα, έξω από το Sete σε ένα όμορφο μέρος με καλαμιές διανυκτρερεύσαμε.

Κάπου εδώ το πρωί της Δευτέρας 2 Ιούλη 2007 έγινε και αναπροσαρμογή του σχεδίου λόγω μηχανικού προβλήματος. Πρίν προλάβουμε το πρωί να ζεστάνουμε τις σελίτσες μας, το φρένο του Μιλτιάδη αποσύρεται και καθότι υδραυλικό, έπρεπε να βρούμε οπωσδήποτε ποδηλατάδικο.






Φάγαμε λοιπόν όλο το πρωινό αυτής της μέρας στην πόλη Beziers κάνοντας ψώνια και επισκευάζοντας το φρένο του Μίλτου. Έτσι τα πράγματα είχαν ως εξής. Πάμε Narbonne και παίρνουμε τραίνο για να πάμε την μέρα μπροστά που χάσαμε.


Κι όπως το λέω έγινε, το πήραμε το τραίνο την άλλη μέρα το πρωί που ‘ρθε αργοπορημένο. Και με αυτό τραβήξαμε μέχρι τα συνοράκια με την Ανδόρα που ειν’ ψηλά, ψηλά στα βουναλάκια. Από το L’Hospitalet που μας άφησε το τραίνο σε υψόμετρο 1400, βλέπαμε μόνο ανήφορο. Ήμασταν λοιπόν όπως το ονειρευόμασταν βαθιά χωμένοι στα Πυρηναία. Για να τα διαβούμε όμως έπρεπε να τα ανέβουμε έστω και τα μισά. Στα μισά της ανηφοριάς διαπεράσαμε και τα σύνορα με την Ανδόρα.










Κι άλλο ανέβασμα και δώστου ανηφόρα μέχρι το ψηλότερο σημείο της διαδρομής τα 2408m.
Χαρές πανηγύρια αγκαλιάσματα καθώς βρήκαμε τον Ανδρέα πάνω να μας περιμένει μιάμιση ώρα. Από το ψηλότερο σημείο μιας διαδρομής, όποιο δρόμο και να πάρεις ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΗΦΟΡΟ!!!(απόφθεγμα). Τσουλούσαμε μαγεμένοι από το φυσικό τοπίο και τα υπέροχα σαλέ, ρίξαμε και μια ματιά στην πρωτεύουσα του πριγκιπάτου και αράξαμε σε κάμπινγκ.

IΣΠΑΝΙΑ... λίγα χλμ αφότου είχαμε ξεκινήσει η μεγάλη ταμπέλα μας βοηθούσε να συνειδητοποιήσουμε το γεγονός ότι πλησιάζουμε στην Ισπανία. Και όντως καλά τα έλεγε σε λίγο μέτρα σύνορα. Μας κοιτάν καλά καλά και στέλνουν καταπάνω μας κάτι σκυλιά με μυριστικές διαθέσεις. Ύστερα μελετάνε τα χαρτιά μας, και μας αφήνουν να περάσουμε. Πολύ όμορφα τοπία παρέσυραν για λίγο το μυαλό μας στην πατρίδα μέχρι που μπήκαμε στην πρώτη πόλη για να προσγειωθούμε στην πραγματικότητα όταν μας σταμάτησαν μπάτσοι και μας την είπαν για τα κράνη που δεν είχαμε. Απο δω και από κει τους εξηγήσαμε ότι δεν ξέραμε ότι στην Ισπανία όταν πεταλάρεις είναι υποχρεωτικό να φοράς κράνος και ότι έχει πρόστιμο 120€ και υποσχεθήκαμε να αγοράσουμε κράνη μόλις μας αφήσουν. Από την υπόσχεση περάσαμε στην σκέψη. Από την σκέψη στην ψηφοφορία κι απο κει στην απόρριψη. Ετσι ακράνοτοι κι ελπίζοντας να μην πετύχουμε τους ίδιους κ.κ. αστυφύκουλακες, συνεχίσαμε το ταξιδάκι μας που κέρδιζε ολοένα και περισσότερο έδαφος για το ομορφότερο τοπίο της εκδρομής με έναν ουρανό να προσθέτει σύννεφα μαγείας και ποτάμια με λίμνες να βάζουν τρίποντα. Ελα όμως που μας πήρε βράδυ κι ήμασταν στα χαμένα, καθυστερήσαμε εξαιτίας του bicycle-repairman που έκανε έκανε 2-3 προσπάθειες να φτιάξει το λάστιχο του Μιλτιάδη.

Οποιος την νύχτα περπατεί....... ακολουθεί την τύχη του, εμείς πάντως την πέσαμε σε κάτι χωράφια και κοιμηθήκαμε μια χαρά.



Τώρα η Barca ήτανε πιο κοντά από ποτέ. Κοντά στα 100km και μας περίμενε υπομονετικά όλες αυτές τις μέρες. Συνεχίσαμε ακάθεκτοι και ψιλοχαζεύοντας το τοπιό. Δεν ήταν και τίποτα το ιδιαίτερο κάτι πελώρια βράχια, που έμοιαζαν με μορφές ανθρώπων, ακροβατούσαν από τις κορυφές των διπλανών βουνών, έχοντας την δυνατότητα να τα επισκεφτείς με τελεφερικ. Όσο πλησιάζαμε την Βάρκα τόσο πλησίαζε και το βραδάκι, και έχοντας πάρει το μάθημά μας από τις πρώτες κιόλας μέρες στην Genova, κοιμηθήκαμε κι άλλο ένα βράδυ μακριά από την Πρωτεύουσα της Καταλανίας.



Επίλογος. Παρασκευή 6 Ιουλίου και έπειτα από 14 ημέρες πεταλαρίσματος, έχοντας στην γάμπα 1450km φτάσαμε στην Βαρκελώνη.


Εδώ η εξιστόρηση εδώ σταματάει 4 ημέρες χωρίς πετάλι στην Βαρκελώνη είναι ακατάλληλη δια ανηλίκους.